"Αν έχεις ένα κήπο και μια βιβλιοθήκη, έχεις όλα όσα σου χρειάζονται..." Κικέρων, 106-43 π.Χ.

"Αν έχεις ένα κήπο και μια βιβλιοθήκη, έχεις όλα όσα σου χρειάζονται..." Κικέρων, 106-43 π.Χ.

Παρασκευή 14 Αυγούστου 2015

Κουβεντιάζοντας με τον ποιητή Τίτο Πατρίκιο


Ο Τίτος Πατρίκιος  έχει προσδιορίσει την ποίηση στα μεταπολεμικά χρόνια. Ο Τίτος και η ποίησή του σηματοδοτούν και εκφράζουν, με τον πιο γνήσιο τρόπο, όχι μόνο τα οράματα του Έλληνα, αλλά και του μεταπολεμικού ανθρώπου, γιατί κατόρθωσε να μετασχηματίσει σε αρθρωμένο λόγο τις εμπειρίες του από το Β΄ Παγκόσμιο  Πόλεμο και τη σκληρότητα του εμφυλίου σπαραγμού και να δείξει εχθρούς και φίλους να διανύουν ένα χωματόδρομο απ’ το θηρίο στον άνθρωπο και κάποτε αντίστροφα.
Η ποίηση και ο άνθρωπος Τίτος με τη φιλία του είναι μια μαθητεία ζωής. Κατορθώνουν να αποστάξουν την ομορφιά ακόμα και από την άδροση γη. Με το μεγεθυντικό του καθρέπτη αντίκρισε τις ρωγμές του ανθρώπινου προσώπου και τα σύνεργα της γυναίκας που αγωνίζεται να γίνει όμορφη στην τουαλέτα της για να κερδίσει τον έρωτα. Η φωνή του Τίτου γοητευμένη από την προσδοκία μιας επανάστασης ή από την άρνηση της δογματικής κομματικής επιβολής, κατακυρώνει τον έρωτα και υμνεί το ανθρώπινο σώμα που τον ανέχεται και τον ταξιδεύει και εκφράζει παράλληλα την υπαρξιακή αγωνία και θεωρεί ότι ως δώρο του χαρίστηκε η ζωή, όταν η σφαίρα στις συγκρούσεις βρήκε το κορμί ενός συντρόφου και όχι το δικό του όπως ο ίδιος έχει πει. Αυτός αγωνίζεται να κρατήσει ζωντανό το όραμα των συντρόφων που έφυγαν νωρίς και το όραμα όλων μας.
Δεν ξέρω στ’ αλήθεια, τι είναι ποίηση. Είναι λόγος που χορεύει; Είναι λάμψη στίλβοντος ποδηλάτου; Ή μήπως όπως λέει ο Τίτος είναι μια απάντηση σε ερωτήματα που δεν έχουν ακόμα τεθεί; Ξέρω καλά όμως ότι στα 30 χρόνια της φιλίας μας ο Τίτος με δίδαξε, στις βόλτες μας στην Αθήνα και εδώ στο Ηράκλειο, ότι όσο κι αν μας πληγώνουν τόποι και καταστάσεις κι αφήνουν κάθε μέρα μια ρυτίδα στο μέτωπό μας ή μέσα μας, η ουσία πρέπει να μένει σταθερά προσανατολισμένη στον άλλο, ακόμα κι αν κάποια στιγμή υπήρξε δεσμώτης μας. Μου δίδαξε ακόμα ότι «οι γυναίκες που αγαπήσαμε, άλλαξαν τη ζωή μας περισσότερο από εκατό επαναστάσεις» και παραμένουν πάντοτε «ρόδα αειθαλή».

-Τίτο όχι μόνο δεν σου καταλογίζω ότι κανένας στίχος δεν ανατρέπει καθεστώτα, αλλά αντίθετα σ’ ευχαριστώ, γιατί, με τους στίχους σου, έδειξες συχνά γυμνούς τους ηγέτες και μ’ έμαθες να βρίσκω την ομορφιά στη ζωή και να αντιστέκομαι στα γεγονότα.

"Με συγκινείτε με τα λόγια σας, μου δυναμώνετε τη νοσταλγία μου για το Ηράκλειο. Δυστυχώς έχω τόσα χρόνια να έρθω, αν και έχω τόσους πολλούς φίλους και κάθε φορά, που είμαι εκεί περνώ τόσο καλά. Απορώ, γιατί δεν το κάνω συχνά. Είναι δικό μου λάθος. Ενώ πηγαίνω συχνά στο εξωτερικό, στην Κρήτη δεν έρχομαι."

-Πες μας Τίτο, μου επιτρέπεις να σε λέω Τίτο, αν και έχεις ένα δεύτερο όνομα Βαπτιστής. Ονομάζεσαι Βαπτιστής-Τίτος, ένα όνομα συμβολικό. Μας παραπέμπει και στην Κρήτη και στη Ρώμη. Τίτος είναι ο Άγιος μας εδώ στο Ηράκλειο.

-Δεν είναι ο πολιούχος του Ηρακλείου;

-Όχι, πολιούχος είναι ο Άγιος Μηνάς

"Ο Άγιος Τίτος ήταν ο μαθητής του Αποστόλου Παύλου ο οποίος έφερε το Eυαγγέλιο στην Κρήτη. Επομένως και ως όνομα συνδέεται μαζί σας. Πολλοί γιαυτό νομίζουν ότι είμαι Kρητικός."

-Ποια είναι η σχέση σου με το Ηράκλειο; Τι θυμάσαι; Τι σου έχει μείνει από την πόλη μας;

"Μου έχουνε μείνει πάρα πολλά πράγματα. Μπορεί βέβαια να νομίσει κανείς ότι επειδή μιλάω αυτή τη στιγμή στο Ηράκλειο κάνω κομπλιμέντα. Δεν είναι έτσι. Δεν μπορώ να ξεχάσω ποτέ την πλατεία, τα Λιοντάρια, τις κρήνες, τα κάστρα, τη θάλασσα, αλλά κυρίως τους ανθρώπους. Και εκείνο που θυμάμαι πάντα είναι τα σχολεία. Τις φορές που με καλέσανε σε σχολεία του Ηρακλείου με κατέπληξε η ποιότητα των παιδιών, ο γλωσσικός τους πλούτος, η εκφραστική τους ευκολία και η διεισδυτικότητα στη ματιά τους. Αυτό το λέω ειλικρινά χωρίς καμία πρόθεση φιλοφρονήσεως. Επειδή, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε τις καθημερινές απολαύσεις, θυμάμαι τα ωραία φαγητά και το ωραίο ψάρι που δοκίμασα στο Ηράκλειο και το μαντολίνο του Μαρίνου του Σμπώκου."

-Είχες, όμως και κάποιο ατύχημα.

"Ναι, ένα σοβαρό ατύχημα. Σώθηκα χάρη σε θαύμα."

-Αγαπάς τη ζωή και σ’ αγαπά και αυτή, γιαυτό σώθηκες….. Στο Ηράκλειο έχεις πολλούς φίλους, δικούς σου και της ποίησης σου. Τα ποιήματά σου διαβάζονται. Κι εμείς μεταδίδομε συχνά στην εκπομπή, γιατί η ποίησή σου μας αγγίζει. Δεν είναι μια υπαρξιακή εξομολόγηση απλώς, αλλά είναι ένας λόγος που μπορεί να σε στηρίξει σε δύσκολες ώρες που χρειάζεται κανείς ένα φίλο κοντά του. Ένα βιβλίο του Τίτου μπορεί να χαρίσει ζεστασιά σε στιγμές ανάγκης. Θα ήθελα να ρωτήσω Τίτο Πατρίκιε τι έχουμε να περιμένουμε καινούριο από σας. Έχετε γράψει πράγματα που δεν έχουν εκδοθεί;

"Ναι. Τώρα είναι μια σειρά που παλεύω κυρίως με πεζά κείμενα. Άλλα είναι δημοσιευμένα χώρια, άλλα αδημοσίευτα. Ήθελα όμως πρώτα να βγάλω το ποιητικό βιβλίο, την τελευταία συλλογή « Συγκατοίκηση με το παρόν» και τώρα ασχολούμαι με τα πεζογραφήματα. Αλλά ως προς τα ποιήματα, φοβάμαι ώρες-ώρες, μήπως έχω εκδώσει πάρα πολλά. Και, όταν τα ποιήματα είναι πάρα πολλά, ο κόσμος δεν αντέχει να τα διαβάσει."

-Μα υπάρχει μέτρο στη ποίηση Τίτο; Μπορεί ένας ποιητής να πει δεν γράφω πια;

"Υπάρχει αυτό, που μου έλεγε ο Γιάννης Ρίτσος, ότι από εκείνα, που γράφεις, πρέπει να αφαιρείς τουλάχιστον τα μισά." 


-Νομίζω ότι από τα τελευταία σου ποιήματα αφαιρείς πολύ περισσότερα. Είναι όλα γεμάτα ουσία. Θα ξεκινήσω λοιπόν από τη «Συγκατοίκηση με το παρόν». Πώς ακριβώς βλέπεις αυτή τη συγκατοίκηση;

"Το βλέπω ως κάτι το υποχρεωτικό, γιαυτό δεν έβαλα «συμβίωση» με το παρόν. Η συγκατοίκηση πολλές φορές μπορεί να γίνεται υποχρεωτικά. Δεν το διαλέγεις πάντα. Ιδίως σε περιόδους κρίσεων και ανωμαλιών μπορεί να αναγκαστείς να συγκατοικήσεις και με ανθρώπους που δεν σου είναι καθόλου ευχάριστοι ή συμπαθητικοί. Γιαυτό έτσι πια το βλέπω το παρόν. Από την άλλη μεριά είμαστε υποχρεωμένοι να συγκατοικούμε με το παρόν. Ούτε να καταφεύγουμε στη νοσταλγία του παρελθόντος, ούτε να ονειρευόμαστε ένα μέλλον το οποίο πιθανότατα δεν πρόκειται να έλθει ποτέ έτσι όπως το ονειρευόμαστε. Μόνο αν αντιμετωπίζουμε το παρόν, τότε μπορούμε να προσδοκούμε ότι κάτι μπορεί να γίνει και στο μέλλον. Αλλά να το βλέπουμε αυτό το παρόν."

-Ας περάσουμε σε ένα ποίημά σου με τον τίτλο «Δύσκολο», όπου γράφεις:
«Όπως κι αν έρθουν τα πράγματα
Όσο αντίξοες κι αν είναι οι συνθήκες
Πάντα μπορεί κανείς να ερωτεύεται
Το δύσκολο είναι ν’ αγαπάς»
Γιατί είναι τόσο δύσκολο ν’ αγαπάς;

"Χρειάστηκε πολλή ζωή ή μάλλον πολλές ζωές για να το καταλάβω. Αυτό είναι το δύσκολο, αλλά αυτό είναι και το σπουδαίο. Γιατί οι έρωτες σε συγκλονίζουν, σε αναστατώνουν, μπορεί να εμφανιστούν ανά πάσα στιγμή, αλλά είναι μια υπερένταση που δε διαρκεί. Η αγάπη είναι η βαθύτερη επικοινωνία με τον άλλο."

-Δεν είναι όμως η αγάπη μια μορφή σχέσης πιο χλιαρή από τον έρωτα;

"Δεν είναι. Εμείς τη λέμε χλιαρή, γιατί είναι δύσκολη και δεν μπορούμε να την πετύχουμε. Η αγάπη είναι η πλήρης επικοινωνία με τον άλλο. Γιαυτό πολλές φορές σκέφτομαι ότι ο έρωτας είναι για το τώρα, η αγάπη είναι για το πάντα."

-Σκεφτόμουνα, όταν διάβαζα αυτούς τους στίχους, ότι ενώ ο έρωτας είναι μέσα στην ανθρώπινη φύση, η αγάπη δεν είναι χαρακτηριστικό της. Ο άνθρωπος αγαπά συνήθως μόνο τον εαυτό του. Είναι μια υπέρβαση της φύσης η αγάπη;

"Ακριβώς. Είναι η ανθρώπινη κατάκτηση. Και μιας και είπαμε για τον Απόστολο Παύλο και για το μαθητή του τον Τίτο, στην περίφημη προς Κορινθίους Επιστολή του, στην αρχή, λέει ότι το σπουδαιότερο δεν είναι ούτε η πίστη ούτε η αφοσίωση, είναι η αγάπη. Το πιο δύσκολο πράγμα στον κόσμο είναι ν’ αγαπάς.''

-Ένας άνθρωπος, όμως, που δεν έχει ερωτευθεί δεν είναι ανάπηρος;

''Είναι. Αλλά ο άνθρωπος που δεν έχει αγαπήσει είναι ανάπηρος και από τα δύο πόδια και από τα δύο χέρια. Το ζήτημα είναι πως μπορούμε να προχωρούμε υπερβαίνοντας τον ίδιο μας τον εαυτό και να πλησιάσουμε πια τον άλλο όχι για να πάρουμε κάτι και να το κάνουμε δικό μας, αλλά να ταυτιστούμε μαζί του και να του δώσουμε και να πάρουμε.''

-Το πρόβλημα είναι να μην εκφράζεται η αγάπη ως μια γλυκανάλατη φιλανθρωπία.

''Όχι, ασφαλώς. Το ποίημα μιλά για την ουσιαστική αγάπη.''


-Ένα από τα ωραιότερα ποιήματά σου είναι το «Ρόδα αειθαλή» και βρίσκεται μέσα στη συλλογή «Λυσιμελής πόθος»

"Ναι και το έχω γράψει αρκετά πια μεγάλος, τον Αύγουστο του 2000"
ΡΟΔΑ ΑΕΙΘΑΛΗ
Η ομορφιά των γυναικών που άλλαξαν τη ζωή μας
βαθύτερα κι από εκατό επαναστάσεις
δεν χάνεται δεν σβήνει με τα χρόνια
όσο κι αν φθείρονται οι φυσιογνωμίες
όσο κι αν αλλοιώνονται τα σώματα.
Μένει στις επιθυμίες που κάποτε προκάλεσαν 
στα λόγια που έφτασαν έστω αργά 
στην εξερεύνηση δίχως ασφάλεια της σάρκας
στα δράματα που δεν έγιναν δημόσια
στα καθρεφτίσματα χωρισμών, στις ολικές ταυτίσεις.
Η ομορφιά των γυναικών που αλλάζουν τη ζωή
μένει στα ποιήματα που γράφτηκαν γι’αυτές
ρόδα αειθαλή αναδίδοντας το ίδιο άρωμά τους
ρόδα αειθαλή, όπως αιώνες τώρα λένε οι ποιητές.
                                           
Μόλυβος, Αύγουστος 2000 

-Ορισμένοι λένε ότι φτάνει η ανάγνωση ενός ποιήματος, τα σχόλια δεν είναι απαραίτητα. Εγώ δε συμφωνώ μαζί τους. Άλλωστε, ως δάσκαλος, θα αναιρούσα τον εαυτό μου, αν έλεγα, ότι η ποίηση δεν πρέπει να σχολιάζεται. Πώς λοιπόν Τίτο συγκρίνοντας τις γυναίκες με τις επαναστάσεις κρίνεις ότι οι γυναίκες που αγαπήσαμε, άλλαξαν τη ζωή μας περισσότερο από εκατό επαναστάσεις; Δεν είναι μια απόρριψη των αγώνων αυτή;

-Όχι  δεν είναι μια απόρριψη, αλλά μια υπερβολή. Οι ποιητές γράφουν ή λένε κάποιες υπερβολές για να δώσουν έμφαση στα θέματα. Δεν σημαίνει πως έτσι είναι στην πραγματικότητα. Δεν λέω ότι είναι σημαντικότερες στη συλλογική έκφραση, αλλά στην προσωπική μας ζωή. Όπως κι αν έχει, όμως, η ομορφιά των γυναικών είναι πολύ σπουδαίο πράγμα.

-Τίτο γράφεις σε ένα σου ποίημα « η σάρκα μου πάντα πονάει στα χτυπήματα και πάντα χαίρεται στα χάδια. Ακόμα τίποτε δεν έμαθε». Αλήθεια παραμένεις ακόμα ανυποψίαστος, παρά τις πολλές και ουσιαστικές εμπειρίες που είχες στη ζωή σου;

''Όλο και κάτι μαθαίνουμε, αλλά καθώς πάντα μαθαίνουμε κάτι καινούριο, αντιλαμβανόμαστε ότι, ενώ νομίζαμε ότι τα ξέραμε όλα, δεν τα ξέραμε καθόλου."

-Σ’ ένα αφιέρωμα του περιοδικού «Διαβάζω» η ΄Αλκη Ζέη διηγείται ότι μια μέρα χτύπησε το κουδούνι της και ήταν η μητέρα σου, η οποία την παρακάλεσε το εξής, όπως τα γράφει η Ζέη: « Σε παρακαλώ , μπορείς να προτρέψεις τον Τίτο να απομακρυνθεί από αυτές τις ξένες που τον έχουνε μπλέξει, γιατί σίγουρα θα τον βλάψουν;» Και της απάντησε η Ζέη: «Έννοια σας κυρία Λέλα και άμα φυσάει θα πω στον Τίτο να βάλει το κασκολάκι του». Σημειωτέον ότι αυτά συμβαίνουν στη δικτατορία που είσαι ώριμος άνδρας πια.

"Ανησυχούσε η καημένη η μητέρα μου, όπως όλες οι μανάδες που βλέπουνε τα παιδιά τους ακόμα μικρά για να μην πω μωρά, να μην κρυολογήσω.'' 

-Ήταν μόνο το κρυολόγημα ή υπήρχαν και μπερμπαντιές;

"Εκείνα τα χρόνια, είχα διάφορες συνδέσεις με ξένες κοπέλες και φοβόταν η μάνα μου μην κάποια απ’ αυτές τις περιπτώσεις μονιμοποιηθεί. Μην καταλήξει σε γάμο. Και με ρωτούσε: «Πώς θα συνεννοούμαι μαζί της;» Δεν ήταν από ρατσισμό ή από ξενοφοβία, αλλά είχε ένα φόβο για τη συνεννόηση.''



Στο σημείο αυτό της συνέντευξης παρεμβαίνει η Κατερίνα Κωστίου, καθηγήτρια στο Παν/μιο της Πάτρας.
-Ποιος είναι ο άνθρωπος και ο ποιητής Τίτος Πατρίκιος; Τι έχετε να μας πείτε;

-Για το πρώτο δεν είναι τυχαίο ότι οι φίλοι αναφέρονται στον Τίτο λέγοντας «ο Τίτος μας». Όσον αφορά τον ποιητή το είπατε και σεις, πρόκειται για μια εμβληματική ποιητική μορφή του 20ού αιώνα, ο οποίος καθώς έχει διανύσει μια μεγάλη πορεία από το 1939, που δημοσιεύει το πρώτο του ποίημα, μέχρι σήμερα έχει ζήσει τα πιο σημαντικά γεγονότα αυτού του αιώνα και έχει γίνει το ποιητικό βαρόμετρο της εποχής. Είναι μια ποιητική συνείδηση σε εγρήγορση διαρκή, από την πρώτη του ποιητική φάση μέχρι την τελευταία, δηλαδή από την επικολυρική του « Χωματόδρομου» έως και την κατασταλαγμένη, θυμόσοφη και στοχαστική που υιοθετεί στην τελευταία του συλλογή, καθώς όπως λέει ο ίδιος «κατεβαίνει τα σκαλοπάτια του καιρού» με τον πολύ ωραίο τίτλο «Συγκατοίκηση με το παρόν».

-Τι σημαίνει για την παγκόσμια και νεοελληνική ποίηση ο Τίτος;

-Θεωρώ ότι ένας σημαντικός σταθμός στην ποίησή του είναι «Η Πύλη των Λεόντων» γιατί περνά στην αναγωγή του Ελληνισμού σε  μυθικά αρχέτυπα. Αυτό δεν σημαίνει ότι και οι άλλες συλλογές δεν είναι πολύ σημαντικές. Υπάρχουν σταθμοί στην πορεία του πολύ σπουδαίοι, που έχουν μελετηθεί. Έχει διανύσει μια μεγάλη διαδρομή από την πρώτη φάση, που ανέφερα με την οδυνηρή ανθρωπολογία της επιβίωσης, που ορίζει η εξορία  και τον αγώνα βέβαια της επανένταξης και της συμφιλίωσης του υποκειμένου με το δικό του χωροχρόνο μεταγενέστερα. Το σημαντικό είναι ότι ο Πατρίκιος είναι ένας ποιητής, που εξελίσσεται διαρκώς, όπως έχει παρατηρηθεί, υπερβαίνοντας τα όρια της γενιάς του. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό, διότι παρόλο που επισκέπτεται τους ίδιους τόπους, βλέπει κανείς ότι η γλωσσική ύλη που επενδύει κάθε φορά στη μυθολογία του ακολουθεί μια εξελικτική πορεία και αυτό κατά τη γνώμη μου οφείλεται στο γεγονός ότι είναι ένας άνθρωπος με πολύ γερές αποσκευές. Πέραν  από το πλούσιο βιωματικό υλικό έχει  τεράστια παιδεία που αντικατοπτρίζεται στην ποίησή του. Μόνο ένας ποιητής άλλωστε με τις δικές του αποσκευές θα μπορούσε να γράψει ποιήματα όπως «Κουβεντιάζοντας με τον Αρχίλοχο» ή «Κουβεντιάζοντας με τον Πίνδαρο» στην τελευταία του συλλογή.


-Και από τους Ευρωπαίους ποιητές είναι, ίσως, ο πιο ενημερωμένος. Έχει άλλωστε κάνει πολλές μεταφράσεις στη Ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Έτσι δεν είναι;

-Βέβαια έχει ένα πολυσχιδές έργο σε πάρα πολλούς τομείς. Έχει τεράστια παιδεία. Από εκεί ξεκινούν όλα. Αυτό, επίσης, που θα πρέπει να πω είναι ότι η πολιτική και η ποιητική του συνείδηση συνοδοιπορούν. Η ποίησή του είναι πολιτική ποίηση. Είναι κατ’ εξοχήν πολιτικός ποιητής.

-Και ερωτικός συγχρόνως.

-Ναι, αλλά, ακόμη και όταν διερευνά ιδιωτικές περιοχές, όπως ο έρωτας, είναι και πάλι πολιτικός. Νομίζω μάλιστα ότι αυτό συμβαίνει από την πρώτη του ήδη συλλογή, γιατί εξ’ αρχής αυτό που τον ενδιαφέρει είναι η αναγωγή του ατομικού στο συλλογικό και της στιγμής στη διαχρονία. Εάν διαβάσει κανείς προσεκτικά τα ερωτικά του ποιήματα που αντιστοιχούν στο ένα πέμπτο της συλλογικής του παραγωγής, καθόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό, βλέπει ότι από την αρχή δημιουργείται η ισοτοπία έρωτας- πολιτική η οποία μεταμορφώνεται κάθε φορά ανάλογα με τη φάση στην οποία βρίσκεται ο ίδιος. Διατηρεί, όμως, πάντοτε σταθερή την ορίζουσα της ποιητικής του.

-Έχω τη γνώμη ότι  υπερβαίνει το σουρεαλισμό και η ποίησή του έρχεται κατευθείαν από τον Καβάφη και το Σεφέρη και ως γλώσσα και ως ύφος.

-Δε νομίζω ότι έχει σχέση με το σουρεαλισμό. Η δημιουργία του είναι τόσο πολύ μέσα στα όρια του καθημερινού και του ανεπιτήδευτου. Αυτό που είναι εκπληκτικό, που το βλέπει κανείς μέσα στην τελευταία του συλλογή, είναι αυτή η πορεία προς την απογύμνωση. Ο ποιητικός του λόγος γίνεται στην κυριολεξία σπαρακτικός. Ο ποιητής σπαράσσει την ίδια του τη σάρκα. Αυτό προϋποθέτει μια πορεία, αλλά εντός του καθημερινού, του απτού, του βιωματικού. Μόνο ένας ερωτικά πολιτικός ή ένας πολιτικά ερωτικός ποιητής θα μπορούσε να γράψει αυτό το επτάστροφο  ποίημα «Υμνώ το σώμα» που κλείνει τη συλλογή «Συγκατοίκηση με το παρόν».

-Θέλω το σχόλιο σου για τον τελευταίο στίχο του ποιήματος «Αλληγορία». Θα ζήσουμε άνυδρες εποχές;

-Πράγματι, ίσως όλα είναι, όπως το πρόβλημα του νερού. Πως θα τροφοδοτήσουμε τον εαυτό μας, τους άλλους, τη γη μας, την ίδια την ανάπτυξη. Βαλανιδιά χωρίς νερό δε γίνεται, σοδειά χωρίς πότισμα δε γίνεται, ανάπτυξη χωρίς προσπάθεια δε γίνεται, ξεπέρασμα της κρίσης χωρίς προσπάθεια δε γίνεται.

-Λέμε ότι ο ποιητής χρησιμοποιεί λέξεις άλλων, λέξεις του λαού. Πόσο τον προδίδουν και πόσο καταφέρνει να τις υποτάξει.

-Είναι μεγάλο πρόβλημα, αλλά ευτυχώς έχουμε μια γλώσσα τόσο πλούσια που άμα αρχίσεις να τη μελετάς και να την ψάχνεις, βρίσκεις τελικά πολλά. Θα σου πω ένα παράδειγμα. Όταν στην εξορία, στον Αϊ-Στράτη έγραφα το ποίημα που αργότερα ονομάστηκε «Γης κα θάλασσα» μιλάω για το « χωματόδρομο του χρόνου», είχα στο μυαλό μου μια εικόνα που την είχα δει στη Θεσσαλία με τα κάρα στον κάμπο που αφήνουν το χάραγμά τους πάνω στη γη. Ήθελα λοιπόν να βρω τη λέξη που να εκφράζει αυτό το χάραγμα και δεν υπήρχε πουθενά. Έλεγα  λοιπόν το πρόβλημα, γιαυτό πρέπει να κουβεντιάζεις με τους ανθρώπους και ένας εξόριστος χωρικός από τη Θεσσαλία μου λέει: «…Μιλάς για τις ροδεσιές που αφήνει το κάρο..» και μ’ άρεσε πολύ η λέξη αυτή και την έβαλα στο ποίημα. Δεν την έχω δει στα λεξικά, αλλά εκεί τη χρησιμοποιούν. Οι άνθρωποι, όταν έχουν αντικείμενα και φαινόμενα στη ζωή τους, θα βρούνε και τη λέξη για να τα ονομάσουν. Αρκεί, λοιπόν, εμείς να γνωρίζουμε όλο τον πλούτο της γλώσσας. Αυτή τη λέξη πραγματικά θα ήθελα κάπου να τη διασώσω. Θα μου πεις, ποιόν ενδιαφέρει το ίχνος που αφήνει ένα κάρο πάνω στη λάσπη, πολύ περισσότερο σήμερα που μόνο τρακτέρ υπάρχουνε, τα κάρα έχουν εξαφανιστεί.

-Στην Κρήτη αυτή τη λέξη τη λέμε «ροδιά» και τη χρησιμοποιούμε και για τα ίχνη του τρακτέρ. Ξεχωρίζει από το δένδρο τη ροδιά, γιατί στην Κρήτη το δένδρο το λέμε ρογδιά.

-Στις μέρες μας επικρατεί ο λόγος των οικονομολόγων, των τεχνοκρατών, των χρηματιστών, των δημοσιογράφων, λιγότερο ίσως των πολιτικών. Η θέση του ποιητή ποιά είναι; Ο λόγος του, τι προσφέρει; Είναι ένας λόγος υπομονετικός, ένας λόγος ανατρεπτικός ή μήπως δεν ακούγεται καθόλου;

-Επί χρόνια έλεγα ότι είναι ένας ανατρεπτικός λόγος. Σιγά-σιγά  κατάλαβα ότι κυρίως είναι ένας λόγος που υποστηρίζει τους ανθρώπους, που βρίσκονται σε μια δύσκολη στιγμή. Αυτό για μένα είναι το σπουδαίο της ποίησης και το ένοιωσα, όταν άνθρωποι άγνωστοί μου, μου είπανε, ότι ένας στίχος σε μια δύσκολη ώρα της ζωής τους, τους βοήθησε.  Νομίζω ότι είναι ό,τι καλύτερο έχω ακούσει για μένα τον ίδιο, για την ποίηση και ότι καλύτερο μπορεί να κάνει η ίδια η ποίηση. Ταυτόχρονα πιστεύω ότι είναι πολύ σωστός ένας στίχος μεγάλου Γάλλου Ποιητή Λωτρεαμόν, ο οποίος πέθανε πολύ νέος, όπου διατυπώνει μια σκέψη του για την ποίηση. Λέει, λοιπόν, ότι «στόχος της ποίησης είναι η πρακτική αλήθεια». Ίσως βέβαια και αυτό είναι λίγο υπερβολικό, αλλά, ας μην ξεχνάμε ότι η ποίηση δεν μπορεί να αποβλέπει μόνο στα υπερφυσικά και τα υπερβατικά, μα και στην αλήθεια, την έμπρακτη αλήθεια και να την παρουσιάζει. Από κει και πέρα ας μην αναθέτουμε στην ποίηση δουλειές που αφορούν άλλες λειτουργίες της κοινωνίας.

-Έχεις πει ότι η ποίηση είναι απάντηση σε ερωτήματα που ακόμα δεν έχουν τεθεί. Έχεις απαντήσει με παλιότερα ποιήματά σου σε κάποια ερωτήματα που τέθηκαν αργότερα;

-Δεν ξέρω για τον εαυτό μου. Ίσως. Εκεί όμως που το βλέπω αυτό να πραγματοποιείται είναι στον Καβάφη. Πάνε περίπου εκατό χρόνια που ο Καβάφης είχε μιλήσει για θέματα  τα οποία την εποχή εκείνη, ούτε είχαν τεθεί καν. Βλέπουμε, όμως, σήμερα να δίνουν απαντήσεις σε σύγχρονα προβλήματα.

-Έχω την εντύπωση ότι είστε ίσως ο πιο επαρκής μαθητής του Καβάφη. Τη διαβρωτική Καβαφική ειρωνεία τη συναντούμε πολλές φορές στην ποίησή σου. Έχεις κι εσύ την ίδια ειρωνική σκοπιά απέναντι στα γεγονότα.

-Ο Καβάφης είναι ένας ποιητής που τον αγαπώ, που τον θαυμάζω και κυρίως που τον ζηλεύω. Γιατί εγώ έχω τρία κριτήρια για τους ποιητές, τους καλούς ποιητές. Πρώτα είναι οι ποιητές που εκτιμώ και είναι πολύ σημαντικό να εκτιμήσεις ένα συγγραφέα ή ένα ποιητή, διότι η εκτίμηση δε μοιράζεται στους πάντες. Παραπάνω από αυτούς που εκτιμώ είναι βρίσκονται αυτοί που θαυμάζω και πιο πάνω από αυτούς, που θαυμάζω είναι αυτοί που ζηλεύω. Αυτοί που με κάνουν να λέω: «Αχ να μπορούσα να το ‘χα γράψει εγώ αυτό». Δε μπορώ, όμως κι ούτε θα μπορέσω ποτέ.

-Από τους Νεοέλληνες ποιητές ποιους ζηλεύεις;

-Τον Καβάφη τον ζηλεύω, τον Καρυωτάκη τον ζηλεύω, τον Σεφέρη τον ζηλεύω, το Ρίτσο τον ζηλεύω.

-Αλήθεια στην Ελλάδα γράφεται καλύτερη ποίηση ή καλύτερη πεζογραφία;

-Τώρα έχουμε και καλή πεζογραφία. Νομίζω, όμως, ότι η ποίηση από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας ήταν η μορφή του λόγου που παρέμεινε ζωντανή. Η πεζογραφία αντιμετώπιζε δυσκολίες. Οι πεζογράφοι, δηλαδή, στην Ελλάδα έκαναν πολύ δυσκολότερο έργο από τους ποιητές. Ένας ποιητής, στα τέλη του 1800, είχε πίσω του μια ολόκληρη παράδοση για στήριγμα, την Επτανησιακή Σχολή και πιο πίσω ακόμα τη βυζαντινή υμνογραφία. Ένας πεζογράφος, που ξεκινούσε τότε, σχεδόν ξεκινούσε εκ του μηδενός. Ο Παπαδιαμάντης, ο Βιζυηνός, ο Καρκαβίτσας είχαν πολύ πιο δύσκολη δουλειά.

-Έχουμε όμως και μια έφεση στην ποίηση, εμείς οι Έλληνες.

-Έτσι νόμιζα κι εγώ, αλλά δεν είναι δικό μας προνόμιο. Στην Ιταλία π.χ. γράφουν εξίσου καλή ποίηση. Τυπώνουν εξίσου καλά ποιητικά βιβλία και κάνουν πολύ περισσότερες ποιητικές συναντήσεις από εμάς. Εμείς λέμε ότι έχουμε ποίηση, αλλά δεν έχουμε σχεδόν καθόλου φεστιβάλ ποίησης. Τώρα άρχισε να γίνεται μια προσπάθεια στην Τήνο από μερικούς νέους ποιητές. Στην Ιταλία, στη Γαλλία, στη Γερμανία, στη Σλοβακία, παντού στην Ευρώπη γίνονται συναντήσεις ποιητών όπου τα ποιήματα διαβάζονται δημόσια και ο κόσμος παρακολουθεί. Στην πατρίδα μας έχουμε πολύ καλούς ποιητές και καλούς νέους ποιητές, αλλά ποιητική δραστηριότητα πάρα πολύ λίγη.

-Ο ποιητής στο εργαστήρι του, μόνος με τον εαυτό του, πώς λειτουργεί;


-Το εργαστήρι του ποιητή δεν είναι ένα κλειστό δωμάτιο, είναι ένα εργαστήρι συνεχές και αχανές. Το μόνο εργαλείο του είναι ένα μπλοκάκι και ένα μολύβι και με αυτό μπορεί να δουλέψει παντού. Στο λεωφορείο, στο αεροπλάνο, στο σούπερ-μάρκετ, κάτι μπορεί να παρατηρήσει  και να το σημειώσει. Παλαιότερα που τα τσιγάρα ήταν σε πακέτα, οι ποιητές γράφανε το αρχικό τους ποίημα σε πακέτα από τσιγάρα. Ο Ρίτσος και ο Βρεττάκος γράφανε συνέχεια εκεί. Κι εγώ νεαρός τότε, μιμούμενος εκείνους τους ποιητές, τους οποίους θαύμαζα, έκανα το ίδιο. Άλλωστε ήμουν πολύ βαρύς καπνιστής. Το λέω πάντοτε στους φίλους μου που καπνίζουν, ότι εγώ, όταν έκοψα το τσιγάρο, πλησίαζα το τέταρτο πακέτο τη ημέρα. Τους λέω, λοιπόν, ότι θα στερηθείτε μια πολύ μεγάλη απόλαυση, αλλά τα καλά που είδα μετά ήταν πολύ μεγαλύτερα. Όσο, όμως, είχαμε τα πακέτα από τα τσιγάρα γράφαμε εκεί, τώρα πρέπει να έχουμε ένα μπλοκάκι. Από κει και πέρα χρειάζεται πάρα πολύ δουλειά. Μερικές φορές βέβαια ένα ποίημα έχει ήδη φτιαχτεί μέσα στο μυαλό μας και βγαίνει κατευθείαν. Αυτή είναι μια σπάνια περίπτωση, τουλάχιστον για μένα που το ποίημα θα το δουλέψω και θα το ξαναδουλέψω, θα το ξαναδώ, θα το ξανασκεφτώ και θα το ξαναγράψω πολλές φορές. Ο Ρίτσος έλεγε ότι πρέπει να γράψεις και να ξαναγράψεις ένα ποίημα τουλάχιστον είκοσι φορές. Μετά χρειάζεται και το εξής, που δεν το κάνουμε πάντα. Μόνος ο ποιητής, να μην ακούει κανένας άλλος και τον περάσει για τρελό, να το διαβάσει δυνατά. Ακούγοντάς το καταλαβαίνει, αν οι λέξεις πραγματικά βρήκαν τη σωστή τους θέση ή όχι. Γιατί ένα ποίημα μοιάζει με έναν τοίχο. Ο τεχνίτης ξέρει να βάλει σωστά τα τούβλα ή τις πέτρες και ο τοίχος να σταθεί, να μην τον γκρεμίζουν, ούτε τα χρόνια, ούτε οι θύελλες, ούτε οι καταστροφές. Έτσι είναι και το ποίημα. Εάν δεν έχουν μπει οι λέξεις στη σωστή τους θέση, λίγο να το σπρώξεις το ποίημα γκρεμίζεται.

-Οι ποιητές, αλήθεια, πρέπει να μιλούν μόνο με το έργο τους, όπως έπραξαν κάποιοι σε κρίσιμους καιρούς, ή οφείλουν να καταγγέλλουν την εξουσία και να δηλώνουν  τις πολιτικές τους επιλογές, ή μήπως μπορούν να μη δηλώνουν  την  πολιτική τους ταυτότητα μιας και η ψήφος είναι μυστική.

-Έχω πολλές φορές δηλώσει ότι ένα από τα βασικά θεμέλια της δημοκρατίας είναι η μυστικότητα της ψήφου. Αυτή η μυστικότητα ισχύει για τους πάντες εκτός από εκείνους που μιλάνε δημόσια. Όταν μιλάς δημόσια και κρίνεις τα δημόσια πράγματα, τότε οφείλεις και δημόσια να πεις, τί επιλέγεις να ψηφίσεις.

-Οι διανοούμενοι δεν έχουν υποχρέωση να παίρνουν θέση πάνω στα δημόσια πράγματα;

-Μιλάνε οι διανοούμενοι και μιλάνε πολύ. Όποια εφημερίδα ανοίξεις ή όποιο σταθμό θα ακούσεις κάποιο διανοούμενο που μιλάει. Εγώ, ας πούμε, μιλάω τώρα τόση ώρα και κάποιος μπορεί να πει, τί φλυαρία είναι αυτή.

-Αυτή η κρίση που βιώνουμε είναι θέμα μόνο των οικονομολόγων και των πολιτικών ή και των ποιητών και των στοχαστών και των διανοούμενων.

-Είναι όλων μας. Όχι μόνο των ανθρώπων που έχουν αυτές τις ιδιότητες, αλλά και αυτών που δεν έχουν καμία ιδιότητα. 

-Είναι βαρύνουσας σημασίας όμως η άποψη των διανοουμένων. Καθώς συναντούμε το παράδοξο οι οικονομολόγοι να μη συμφωνούν μεταξύ τους. Γιαυτό συχνά αναρωτιέμαι, αν τα οικονομικά είναι τελικά μια επιστήμη. Αν δηλαδή άκουγα τρεις μαθηματικούς ή τρεις φυσικούς να διατυπώνουν τόσο αντίθετες απόψεις θα σκεφτόμουν ότι δεν είναι επιστήμονες. Οι Γερμανοί λένε «Τρεις καθηγητές, τρεις καταστροφές».


-Οι οικονομολόγοι όμως είναι αυτοί που θα μιλήσουν για τα ειδικά οικονομικά θέματα. Οι διανοούμενοι θα μιλήσουν  για τους ανθρώπους, αλλά είναι και οι αριθμοί, ποιος θα μιλήσει για τους αριθμούς; Αυτό που παρατηρείται, να μη συμφωνούν οι οικονομολόγοι μεταξύ τους, όχι μόνο οι Έλληνες, αλλά και οι ξένοι, συμβαίνει, διότι μπαίνει εδώ το θέμα της ιδεολογίας. Της ιδεολογίας όχι με την έννοια της πολιτικής πίστης του καθενός, αλλά της προκατασκευασμένης αντίληψης για τα πράγματα, η οποία εν ονόματι κάποιας αντικειμενικής ανάλυσης διεκδικεί την αδιαμφισβήτητη ορθότητα. Στο βάθος, όμως, εκφράζεται μια προκατασκευασμένη ιδεολογία.

-Πώς βλέπεις σήμερα τον πολιτικό λόγο, που εκπέμπεται από τα πολιτικά κυρίως κόμματα.

-Δεν τον παρακολουθώ πολύ. Βρίσκομαι σε κορεσμό. Δε με  ικανοποιεί ο πολιτικός λόγος κανενός κόμματος, από τη άκρα δεξιά έως την άκρα αριστερά. Αυτό βέβαια μπορεί να είναι και λάθος.

-Τι είναι ακριβώς αυτό που ζούμε ως χώρα και ως κοινωνία.

-Είναι κυρίως το οικονομικό πρόβλημα. Βρεθήκαμε μ’ ένα τεράστιο χρέος, ξοδέψαμε όλα τα λεφτά τα οποία δανειζόμαστε και τώρα πρέπει να βρούμε τον τρόπο που θα αντιμετωπίσουμε την κατάσταση. Στην Ιταλία που βρισκόμουν το περασμένο φθινόπωρο με ρώτησαν ακριβώς το ίδιο πράγμα. Τους είπα, λοιπόν, ότι θα αντιμετωπίσουμε την κρίση με δύο τρόπους :  με την ποίηση και με την εργασία. Και νόμιζαν ότι αστειευόμουν. Η ποίηση, τι ρόλο μπορεί να παίξει με ρωτούσαν. Η ποίηση, λοιπόν, μπορεί να αποκαταστήσει την επικοινωνία ανάμεσα στους ανθρώπους. Με τα ποιήματα που γράφονται και διαβάζονται να κατασκευάσουμε γεφύρια από τον ένα άνθρωπο προς τον άλλο, που τα τελευταία χρόνια είχαν καταρρεύσει και  δεν επικοινωνούσαμε παρά μέσω των ηλεκτρονικών μεθόδων. Χρειάζεται, λοιπόν, η άμεση επαφή των ανθρώπων και η ποίηση είναι ένας από τους τρόπους για να το πετύχουμε. Ο άλλος τρόπος είναι η εργασία με την έννοια της δημιουργικότητας και της παραγωγικότητας. Μην ξεχνάμε ότι από άποψη ωραρίου οι Έλληνες εργαζόμαστε πολύ περισσότερες ώρες από τους Γερμανούς και έχουμε πολύ χαμηλότερη παραγωγικότητα. Για να αντιμετωπίσουμε την ανεργία κυρίως των νέων ανθρώπων, που είναι βασική μας προτεραιότητα χρειάζεται να επινοήσουμε δημιουργικές μορφές εργασίας. Αν βάλουμε το μυαλό μας να δουλέψει θα βρούμε τον τρόπο.

-Είσαι  αισιόδοξος; Πιστεύεις ότι με μια συλλογική προσπάθεια θα τα καταφέρουμε να υπερβούμε τα προβλήματα;

-Είμαι αισιόδοξος για τον εξής λόγο. Έτσι κι αλλιώς τα πράγματα προχωρούν πολλές φορές παρά τη θέλησή μας. Καλύτερα, λοιπόν, να μην πολυστεναχωριέμαι παρά να παθαίνω κατάθλιψη. Όντας αισιόδοξος, χωρίς να γίνομαι χαζοχαρούμενος, περνάω καλύτερα. Όπως λένε ο αισιόδοξος είναι ένας πληροφορημένος απαισιόδοξος και ο απαισιόδοξος ένας πληροφορημένος αισιόδοξος.  


-Πάμε στην «Πύλη των Λεόντων». Στη συλλογή είναι πέντε αρχαιόθεμα ποιήματα: « Η Πύλη των Λεόντων / Η Ιστορία του Λαβυρίνθου / Τα τεχνάσματα του Οδυσσέα / Το ταξίδι του Τηλεμάχου / Τα κοντάρια για πολεμιστές» Να διαβάσουμε και να σχολιάσουμε το «Η Ιστορία του Λαβυρίνθου» όπου διαβάζεις τον αρχαίο μύθο τελείως διαφορετικά και τοποθετείς στο σήμερα ένα αντίστοιχο Λαβύρινθο.

-Αυτό προσπάθησα να κάνω. Αν πέτυχε ή όχι θα το κρίνει ο αναγνώστης που είναι ο τελικός κριτής των πάντων.

-Μπορούμε όμως να ακούσουμε και τον ποιητή, να σχολιάσουμε το ποίημα μαζί του.

-Να σχολιάσουμε, μπορούμε. Γιατί αν ένα ποίημα δε διαβάζεται και δε σχολιάζεται, αλλά μένει κλεισμένο στις σελίδες του βιβλίου, είναι σα να μην υπάρχει. Δεν είναι ποίημα μόνο τα μαύρα στοιχεία πάνω στο άσπρο χαρτί. Το ποίημα πρέπει να ακούγεται και η επικοινωνία ανάμεσα σε ποιητή και αναγνώστη δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μόνο με τη δημόσια ανάγνωση των ποιημάτων.  
Η ΠΥΛΗ ΤΩΝ ΛΕΟΝΤΩΝ  
Τα λιοντάρια είχαν χαθεί από χρόνια ούτε ένα δεν βρισκόταν σ’ όλη την Ελλάδα ή μάλλον ένα μοναχικό, κυνηγημένο κάπου είχε κρυφτεί στην Πελοπόννησο χωρίς ν’ απειλεί πια κανέναν ώσπου το σκότωσε κι αυτό ο Ηρακλής. Ωστόσο η θύμηση των λιονταριών ποτέ δεν έπαψε να τρομάζει τρόμαζε η εικόνα τους σε θυρεούς και ασπίδες τρόμαζε τ’ ομοίωμά τους στα μνημεία των μαχών τρόμαζε η ανάγλυφη μορφή τους στο πέτρινο υπέρθυρο της πύλης. Τρομάζει πάντα το βαρύ μας παρελθόν τρομάζει η αφήγηση όσων έχουν συμβεί καθώς τη χαράζει η γραφή στο υπέρθυρο της πύλης που καθημερινά διαβαίνουμε.    
 -Οι Λαβύρινθοι από λέξεις που αναφέρονται μέσα στο ποίημα και κατατρώγουν σήμερα νέες φουρνιές αγόρια και κορίτσια είναι οι ιδεολογίες που μας εγκλωβίζουν;

-Όχι μόνο οι ιδεολογίες. Είναι και η ίδια η προσπάθεια να μπούνε νέοι άνθρωποι στο Λαβύρινθο της ποίησης, να βρούνε κι αυτοί ένα φως, να πούνε κι αυτοί τη δική τους αίσθηση των πραγμάτων, να ρίξουν κι αυτοί το δικό τους φως σ’ ένα σκοτάδι που τους περιτριγυρίζει. Εγώ παίρνω κάθε μέρα τρία με τέσσερα καινούρια βιβλία ποίησης. 

-Είναι και η επικοινωνία πια μεταξύ μας ένας Λαβύρινθος με λέξεις;

-Είναι και αυτό και πρέπει να μάθουμε να ξεπερνούμε τους διάφορους Μινώταυρους που υπάρχουν μεταξύ μας και μας εμποδίζουν να μιλήσουμε.

-Να διαβάσουμε «Τα Τεχνάσματα του Οδυσσέα» που είναι χαρισμένο στο μεγάλο δάσκαλο Δημ. Μαρωνίτη. Γιατί είναι αυτός που μελέτησε τον Όμηρο και το βιβλίο του «Νόστος και Αναζήτηση του Οδυσσέα» είναι μια από τις καλύτερες μελέτες. Πρόσφατα μετέφρασε και την «Οδύσσεια» και την «Ιλιάδα». Να τολμήσω να πω ότι κάπου εκεί βλέπεις και συ τον εαυτό σου, σαν ένα Οδυσσέα.

 "Το ζήτημα είναι να μπορεί ο αναγνώστης να δει τον εαυτό του.''
 
ΤΕΧΝΑΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ
Στον Δημήτρη Μαρωνίτη 

Ο Οδυσσέας ήξερε για το σόφισμα πολύ πριν απ’ τον Ζήνωνα ήξερε πως ο χρόνος δεν τεμαχίζεται πως ο Αχιλλέας ξεπερνάει στο τρέξιμο τη χελώνα για να τον παραπλανήσει,  πολυμήχανος όπως ήταν, έβαλε στη γραμμή αναρίθμητες χελώνες έτσι κάποια βρισκόταν πάντοτε μπροστά από τον  γοργοπόδαρο ήρωα.
Ο Οδυσσέας έμαθε με τον πόλεμο
πως ούτε κι αναστρέφεται ο χρόνος
όμως μετά το γυρισμό πάλι δοκίμασε
μερικά τεχνάσματα μήπως γίνει όπως πριν
ακατανίκητος εραστής κι ερωτευμένος σύζυγος
κοσμαγάπητος βασιλιάς και μοναχικός ταξιδευτής
Ο Οδυσσέας έμαθε με τον πόλεμο πως ούτε κι αναστρέφεται ο χρόνος όμως μετά το γυρισμό πάλι δοκίμασε μερικά τεχνάσματα μήπως γίνει όπως πριν ακατανίκητος εραστής κι ερωτευμένος σύζυγος κοσμαγάπητος βασιλιάς και μοναχικός ταξιδευτής  ώσπου το παραδέχτηκε δημόσια  ο χρόνος μπορεί να σωρεύει χρήμα  ν’ ανοίγει περιπέτειες, να συρρικνώνει το άγνωστο, μα τίποτα απ’ όλα αυτά δεν φέρνει πίσω τον περασμένο χρόνο που τα γέννησε. 
Ο Οδυσσέας ένοιωθε όσο γερνούσε ότι τα όσα είδε κι έπαθε αρκούσαν για τους άλλους, όχι για τον ίδιο, παρά τα τονωτικά, τα βότανα μακροζωίας  όλο πιο δύσκολα κατόρθωνε να επινοεί καινούρια πράγματα που να γεμίζουν τις διαρκώς επεκτεινόμενες επιθυμίες του.
-Να κλείσουμε με το τελευταίο ποίημα της τελευταίας σου συλλογής «Συγκατοίκηση με το παρόν» το οποίο ανατρέπει πολλά από τα στερεότυπα που μας έχουν, για διάφορους λόγους σχηματιστεί από τα χρόνια του Πλάτωνα, όπως η υποτίμηση του σώματος έναντι του πνεύματος.

"Ο άνθρωπος είναι μια ενότητα. Σώμα και πνεύμα είναι ενιαία.'' 

ΥΜΝΩ ΤΟ ΣΩΜΑ
…………. ………….
VII
Υμνώ το σώμα που  πλάθει τη συνείδησή μου που φυλάει σε μια κρυψώνα του όσα της ξεφεύγουν που γεννάει αισθήσεις, σκέψεις, τη μιλιά μου. Το σώμα που όταν χαθεί θα ζει μες τις δικές μου λέξεις αυτό που μου γέννησε και τη λέξη χρόνος γιατί χωρίς το ανθρώπινο κορμί χρόνος δεν υπάρχει ή και να υπάρχει ποτέ δεν αποχτάει νόημα. Υμνώ το σώμα που με αντέχει, δεν μ’ έχει βαρεθεί δεν μ’ έχει αποτινάξει από πάνω του το σώμα που ότι και αν του κάνω με μεταφέρει με μετακινεί, με κρατάει ορθό.Υμνώ το απόλυτο σώμα, το σώμα όλων, το δικό μου που με καλύπτει, μ’ έχει σφιχτά αγκαλιασμένο αυτό που μαζί μια μέρα θα τελειώσουμε.


 (Η συζήτηση με τον Τίτο Πατρίκιο έγινε στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΙ Κρήτης στις 14 Ιανουαρίου 2012, στην εκπομπή «Αυτός ο Κόσμος ο Μικρός ο Μέγας» που επιμελούνται και παρουσιάζουν ο Ζαχαρίας Καραταράκης και η Κατερίνα Ζωγραφιστού.)

3/6/2015

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου